Οι άνθρωποι για πολλούς λόγους, κάποιοι από τους οποίους ανάγονται στην παιδική ηλικία, δεν θέλουν τον άνθρωπο που μπορούν να έχουν, αλλά ποθούν παθιασμένα αυτόν που δεν μπορούν να κατέχουν. Μερικοί από τους παράγοντες αυτής της συμπεριφοράς, η οποία είναι δυσλειτουργική, αναφέρονται παρακάτω. 1) Πρώτη μεταβλητή που οδηγεί τη συμπεριφορά εξάρτησης σε ένα μη διαθέσιμο πρόσωπο, είναι η εξιδανίκευση του προσώπου που μας απορρίπτει. Η αντίληψη αυτή μας κάνει να νιώθουμε ότι μαζί του/της όλα θα ήταν τέλεια, εάν καταφέρναμε να είμαστε μαζί. Τότε, θα ζούμε μέσα σε ειδυλλιακά όνειρα, θα κατακτούσαμε την ευτυχία και την αγάπη που πάντα ψάχναμε στα παιδικά μας χρόνια, αυτά που ποτέ δεν είχαμε μέχρι τώρα. Ως αποτέλεσμα φαίνεται φυσιολογικό να μας δίνει υπαρξιακό νόημα αυτός ο εκλεκτός στόχος, της κατάκτησης ή επαναπροσέγγισης του άλλου προσώπου. 2) Σε μια διαφορετική περίπτωση, πιστεύουμε ότι εμείς έχουμε πολλά μειονεκτήματα ως άνθρωποι, την ίδια στιγμή που το είδωλο του πόθου είναι τόσο μοναδικό και όμορφο, το οποίο θα γεμίσει τα κενά μας, θα μας κάνει ολοκληρωμένους και ψυχικά ήρεμους. Η πιθανότητα να το έχουμε, εάν προσπαθήσουμε αρκετά, μας κάνει να προσπαθούμε ακόμη περισσότερο να το κατακτήσουμε, εφόσον υπάρχει μια υπόνοια ελπίδας μέσω της δική μας προσπάθειας. Οι σκέψεις μας, τα συναισθήματά μας και οι συμπεριφορές μας, όλα θα συνεργήσουν ώστε να μας οδηγήσουν στην ψευδό-αυτοπραγμάτωση. 3) Σημαντική παράμετρος στην ανωτέρω διαδικασία, διαδραματίζουν οι πεποιθήσεις που ενυπάρχουν στον καθένα μας, ως συστατικά στοιχεία που ενισχύσουν αυτή την προσκόλληση στον άνθρωπο που χάσαμε ή τον οποίο δεν έχουμε. Φερειπείν, η πεποίθηση ότι "δεν μπορώ να είμαι χαρούμενος εάν δεν έχω την αποδοχή του ανθρώπου που διεκδικώ", όπως και η πεποίθηση "η ζωή δεν αξίζει χωρίς την αγάπη του συγκεκριμένου ανθρώπου" δημιουργούν πρόσφορο έδαφος για την προσκόλληση στον άνθρωπο που είναι απρόσιτος ή μη διαθέσιμος. Αυτές οι πεποιθήσεις, βέβαια, μπορούν να μεταβληθούν με τις κατάλληλες τεχνικές της ψυχοθεραπείας.
4) Σχετικά με τα κίνητρα αντίστασης στην αποκόλληση από το απορριπτικό πρόσωπο, αυτά αντανακλούν τον ασυνείδητο φόβο της εγκατάλειψης του πόθου και των συνεπειών αυτής της αποκόλλησης, όπως να βρεθούν οι άνθρωποι αντιμέτωποι με τα εσωτερικά τους κενά και συναισθήματα μοναξιάς. Η αντίσταση στην απαλλαγή από τη δυσλειτουργική προσκόλληση προς μια υγιή σχέση με έναν διαθέσιμο άνθρωπο, συντελείται πάνω στο φόβο να χαθούν αρκετά "πλεονεκτήματα" που προσφέρει η το απορριπτικό πρόσωπο. Τα κίνητρα προσκόλλησης σχετίζονται με το κέρδος της ταυτότητας που δίνει σε κάποιον/ποια η διαδικασία της κατάκτησης. Με άλλα λόγια, η ταυτότητα του "κυνηγού" που προσπαθεί για κάτι καλύτερο στη ζωή του, καθώς και η ταυτότητα του "πολεμιστή" να έχει αυτό που δεν μπορεί, παγιώνουν τη δυσλειτουργική αγωνία της κατάκτησης η επαναπροσέγγισης του μη διαθέσιμου ανθρώπου, που συνήθως δεν θα είναι ούτε στο μέλλον διαθέσιμος, εφόσον για τον/την ίδιο/α δεν είναι με το παρόμοιο μέγεθος ποθητός/η ο άλλος άνθρωπος. Μία άλλη εξίσου σημαντική αντίσταση στην αποκόλληση, είναι η διαδικασία εγκατάλειψης του νοήματος του πόθου και η δυσκολία να βρεθεί κάποιος άλλος άνθρωπος, ο οποίος δεν θα είναι τόσο απόμακρος, μη διαθέσιμος ή απορριπτικός. Δηλαδή, οι πραγματικές προσπάθειες που θα χρειαστούν για να δημιουργηθεί μια καινούργια ουσιαστική και λειτουργική σχέση με κάποιον διαθέσιμο σύντροφο, η οποία ασυνείδητα μπορεί να φοβίζει περισσότερο από τον ίδιο τον πόθο, ο οποίος είναι σχεδόν απλησίαστος, οπότε και ασφαλής, δεν μας φέρνει αντιμέτωπους με την πραγματική δέσμευση σε μια ισορροπημένη σχέση η οποία ενέχειι αληθινές υποχρεώσεις και αμοιβαία σύνδεση. Η αληθινή αγάπη ίσως ασυνείδητα φαντάζει περισσότερο δύσκολη ή και βαρετή από την διατήρηση του status quo της αγωνίας, η οποία κατάσταση είναι πλεον οικεία και μας κρατάει μακριά από τα δικά μας κενά, της δικές μας προβολές, προσδοκίες και τραύματα. Έτσι, είναι προτιμότερο να εμμένουμε στο γνώριμο, εάν και αγωνιώδες, από την ειλικρινή και γνήσια αγάπη δυο ανθρώπων που συνειδητά επιλέγουν ο ένας τον άλλον, μέσα από την οποία θα δουλέψουν τα τραύματά τους και θα δεσμευτούν σε κάτι ώριμο και ουσιαστικό. 5) Τέλος, μέσα στη στερητική εξάρτηση με το μη διαθέσιμο προσώπο, ελλοχεύουν παιδικά τραύματα που αναβλύζουν, τα οποία διψούν να ακουστούν και να θεραπευτούν πάνω στην κατάκτηση του αδιάφορου προσώπου. Η ένταση των στερητικών συναισθημάτων που προβάλλονται στο μη διαθέσιμο πρόσωπο είναι κατακλυσμιαία, αντανακλώντας τους απών γονείς οι οποίοι δε μερίμνησαν επαρκώς για τις θεμελιώδεις ανάγκες του παιδιού για αγάπη, ασφάλεια, αυταξία, αυτό-αγάπη, και αυτό-πεποίθηση. Αυτά τα τραύματα όμως δεν θα θεραπευτούν με την προσκόλληση στο μη διαθέσιμο πρόσωπο το οποίο συμβολίζει τους απόντες γονείς, αλλά με ένα πρόσωπο το οποίο θα μείνει δίπλα μας, θα μας αποδεχτεί και θα μας κάνει να νιώσουμε ασφαλείς μέσα στην ευαλωτότητά μας. Δεν χρειάζεται ή έντονη ενασχόληση με σύμβολα που δεν είναι εύκολα προσβάσιμα, αλλά η ενασχόληση με το αμοιβαίο ενδιαφέρον δυο ανθρώπων που προσπαθούν να συμπορευτούν και να αντέξουν τα βάσανα της ζωής. Σε αυτή τη δύσκολη τρικυμία, η ψυχοθεραπεία θεωρείται θιασώτης, με στόχο την προστασία της αξιοπρέπειας, του αυτό-σεβασμου, και της αυτοεκτίμησης του πάσχοντα.
Commentaires